UNESCO - Στην αποδόμηση ενός από τα κεντρικά επιχειρήματα των Βρετανών για την παραμονή των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο προχώρησε εκπρόσωπος της Τουρκίας στην 24η Σύνοδο της Διακυβερνητικής Επιτροπής της Unesco για την Επιστροφή των Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσης (ICPRCP) καθώς δήλωσε ότι «δεν είναι σε γνώση μας η ύπαρξη εγγράφου που να νομιμοποιεί την αγορά».
Κατά την διάρκεια των εργασιών της Συνόδου, η οποία πραγματοποιήθηκε από τις 29 έως τις 30 Μαΐου, η Τουρκία πήρε για πρώτη φορά καθαρή θέση ως προς το ζήτημα της νομιμοποίησης της αγοράς των Γλυπτών από τη Βρετανία το 1816 στη βάση οθωμανικού εγγράφου που είχε ή δεν είχε ο λόρδος Έλγιν.
Η προϊσταμένη του τμήματος Καταπολέμησης της Λαθρεμπορίας του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας, Ζεϊνέπ Μποζ, μιλώντας στη Σύνοδο της Unesco, είπε για τα Γλυπτά του Παρθενώνα: «Θέλουμε ολόψυχα να ευχαριστήσουμε την ελληνική αντιπροσωπεία για την προβολή των επιχειρημάτων τους με πραγματικά και συγκεκριμένα στοιχεία, όπως στην υπόθεση των Γλυπτών για περισσότερα από 40 χρόνια τώρα. Και ως επικεφαλής της μονάδας καταπολέμησης της παράνομης διακίνησης πολιτιστικής κληρονομιάς στην Τουρκία, δεν έχουμε υπόψη μας κανένα έγγραφο που να νομιμοποιεί αυτή την αγορά που έγινε από το αποικιοκρατικό Ηνωμένο Βασίλειο εκείνη την εποχή.
Επομένως δεν νομίζω ότι υπάρχει χώρος για να συζητήσουμε τη νομιμότητά της ακόμη και σύμφωνα με τη νομοθεσία της εποχής και ανυπομονώ ολόψυχα να γιορτάσουμε την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, καθώς πιστεύουμε ότι σηματοδοτεί την αλλαγή συμπεριφοράς προς την προστασία της πολιτιστικής ιδιοκτησίας και αποτελεί το ισχυρότερο μήνυμα που δίνεται παγκοσμίως. Γι’ αυτό μείνετε δυνατοί», πρόσθεσε.
Το Ηνωμένο Βασίλειο απάντησε επαναλαμβάνοντας τη θέση του ότι ο Έλγιν κινήθηκε με την άδεια των οθωμανικών αρχών και σύμφωνα με το φιρμάνι που του είχε δοθεί, από το οποίο επιβιώνει μια ιταλική μετάφραση ενώ έγινε λόγος για δεύτερη άδεια, σχετικά με τη μεταφορά των Γλυπτών στην Αγγλία.
Έκταση στην τοποθέτηση από την εκπρόσωπο της Τουρκίας στην Unesco, η οποία «εξαΰλωσε» το επιχείρημα του Βρετανικού Μουσείου, το οποίο επικαλείται την ύπαρξη φιρμανιού για την αφαίρεση των Γλυπτών του Παρθενώνα από τα ελληνικά εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έδωσε τίτλος δημοσιεύματος σε τουρκικό ΜΜΕ.
Η εφημερίδα Hürriyet, σε άρθρο της αναφέρει: «Τα Ελγίνεια Μάρμαρα, που χτίστηκαν μεταξύ 447-432 π.Χ. και μεταφέρθηκαν στην Αγγλία τον 19ο αιώνα, όταν τα ελληνικά εδάφη ανήκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ήταν εδώ και πολύ καιρό το επίκεντρο διπλωματικής διαμάχης μεταξύ Αγγλίας και Ελλάδας. Η Αθήνα έκανε την πρώτη αίτηση επιστροφής των έργων, γνωστών και ως Αγάλματα του Παρθενώνα, στην Ελλάδα το 1983».
Στη συνέχεια η τουρκική εφημερίδα παραθέτει τη δήλωση της Ζεϊνέπ Μποζ και άρθρα του ελληνικού Τύπου για την τουρκική στήριξη στο θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα. «Χαιρετίστηκε στα ελληνικά ΜΜΕ η υποστήριξη από την Τουρκία για τα Ελγίνεια Μάρμαρα, τα οποία η Αθήνα προσπαθεί να πάρει πίσω από την Αγγλία εδώ και σχεδόν 40 χρόνια», προστίθεται στο άρθρο.
Βρετανικό Μουσείο: «Προσβλέπουμε σε ρεαλιστική λύση»
Πρόθυμη να αναπτύξει μια νέα σχέση με την Ελλάδα, αναφορικά με τα Γλυπτά του Παρθενώνα, εμφανίζεται η διοίκηση της Βρετανικού Μουσείου, σύμφωνα με τοποθέτηση που έκανε εκπρόσωπός του στην ΕΡΤ, με αφορμή τις δηλώσεις Τουρκάλας αρχαιολόγου, η οποία υποστήριξε την επιστροφή τους στην Ελλάδα.
«Το Βρετανικό Μουσείο αναγνωρίζει την έντονη επιθυμία της Ελλάδας να επιστραφούν τα Γλυπτά του Παρθενώνα στο Λονδίνο στην Αθήνα. Πρόκειται για ένα ζήτημα με πολύ μακρά ιστορία και κατανοούμε και σεβόμαστε τα έντονα συναισθήματα που προκαλεί αυτή η συζήτηση» ανέφερε αρχικά ο εκπρόσωπος του Μουσείου.
Και πρόσθεσε: «Είμαστε πρόθυμοι να αναπτύξουμε μια νέα σχέση με την Ελλάδα – μια «εταιρική σχέση Παρθενώνα» – και να διερευνήσουμε τη δυνατότητα καινοτόμων τρόπων συνεργασίας (με τους Έλληνες φίλους μας,) με την ελπίδα ότι η κατανόηση των Γλυπτών του Παρθενώνα θα εμβαθύνει και θα συνεχίσει να εμπνέει τους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Το Βρετανικό Μουσείο φροντίζει τα γλυπτά του Παρθενώνα για πάνω από δύο αιώνες και η βαθιά μας επένδυση στα γλυπτά είναι κάτι που έχουμε κοινό με τους Έλληνες εταίρους μας. Ελπίζουμε ότι μπορεί να αποτελέσει τη βάση για τη νέα σχέση και τις ρεαλιστικές λύσεις που επιδιώκουμε».
Πηγή: https://www.naftemporiki.gr/