Επιλογή Σελίδας

Σήμερα 14/8/2021, έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 82 ετών, ο αρχαιολόγος και πανεπιστημιακός δάσκαλος Νικόλας Φαράκλας.

Ο Ν. Φαράκλας γεννήθηκε το 1939 στην Καλλιθέα Αττικής και τέλειωσε το εκεί δημόσιο Γυμνάσιο το 1956. Εισήχθη στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και επιμένοντας στη φιλολογική κατεύθυνση, κατόρθωσε να ενταχθεί σε περιορισμένου αριθμού ομάδες για τη Βυζαντινή Παλαιογραφία και τη μελέτη της Γραμμικής Β, που τότε είχε μόλις αποκρυπτογραφηθεί. Παράλληλα όμως, γνώρισε «ένα μεγάλο και σοφό δάσκαλο», τον Νικόλαο Κοντολέοντα. Σε αυτό μάλλον οφείλεται η μεταστροφή του και η απόφαση να επιλέξει στο τρίτο έτος την κατεύθυνση Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Πήρε πτυχίο το 1962. Προηγουμένως είχε συμμετάσχει στην ανασκαφή του καθηγητή του στη Νάξο και είχε εργαστεί στην Εφορεία Ολυμπίας, τη Βραυρώνα και την Εφορεία Αττικής, λαμβάνοντας μέρος και σε μικρές ανασκαφές.

Διορίστηκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία ως δόκιμος Επιμελητής Γ τάξεως το 1965, εργάστηκε για λίγο στο Εθνικό Μουσείο, όπου εντόπισε το μόνο αντίγραφο του Ηφαίστου του Αλκαμένη και στην Ακρόπολη και, τέλος, τοποθετήθηκε στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Θηβών (Βοιωτία και Φθιώτιδα), όπου μετά από λίγους μήνες ανέλαβε ως μόνος αρχαιολόγος τη διεύθυνση της Εφορείας. Έκανε πολύ μεγάλο αριθμό σωστικών ανασκαφών στη Θήβα, που βρισκόταν τότε σε πυρετό ανοικοδόμησης, καθώς και σε άλλα σημεία της Εφορείας (Λιβαδιά, Λαμία, Αντίκυρα, Θεσπιές κ.ά.). Αναγκάστηκε να παραιτηθεί στις αρχές του 1969.  Εργάστηκε σε φροντιστήρια, έγραψε εισαγωγές σε εκδόσεις λογοτεχνικών και άλλων έργων, έκανε κάποιες μεταφράσεις, επιμέλειες εκδόσεων, ελεύθερα μαθήματα ιστορίας και αρχαίας τέχνης, κύκλους μαθημάτων με διάφορους ανεξάρτητους φορείς. Τέτοιες ποικίλες δραστηριότητες συνέχισε και αφού, σχετικά σύντομα, «στεγάστηκε» στην ομάδα των διωγμένων από την Υπηρεσία και τα Πανεπιστήμια ερευνητών, που συγκέντρωσε ο Κ. Δοξιάδης στο Αθηναϊκό Κέντρο Οικιστικής, για τη μεθοδολογική επεξεργασία και τη μελέτη της Οικιστικής των Αρχαίων Ελληνικών Πόλεων (Κρατών). Αυτής της ομάδας παρέμεινε μέλος για αρκετά χρόνια, παράλληλα με τις άλλες ενασχολήσεις του.

Το 1970, με εισήγηση του E. Kunze του χορηγήθηκε υποτροφία του ιδρύματος Alexander von Humboldt, γεγονός που τον «προίκισε» με ένα διαβατήριο, παρά την αρχική άρνηση των Υπηρεσιών Ασφαλείας. Πήγε στο Αρχαιολογικό Ινστιτούτο του Tübingen. Επέστρεψε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1972. Στο πλαίσιο αυτής της εποχής αποφάσισε με φίλους να εκδώσουν περιοδικό γενικού προβληματισμού με τη μορφή τόμων μελετών για να αποφύγουν την προληπτική λογοκρισία.

Επέστρεψε στο τέλος του 1974 στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Θεωρήθηκε «μηδέποτε απομακρυνθείς» και έγινε τακτικός και Επιμελητής Α Τάξεως. Τοποθετήθηκε στους Δελφούς, έμεινε λίγο περισσότερο από ένα χρόνο, έκανε μικρή ανασκαφική έρευνα στην περιοχή της Ιτέας και παραιτήθηκε πάλι, αυτή τη φορά χωρίς πολιτικούς λόγους. Επέστρεψε στις επιμέλειες, συνέχεια στο Αθηναϊκό Κέντρο Οικιστικής, αλλά και σε συνεργασίες σε μελέτες Ρυθμιστικές, Χωροταξικές (εντοπισμός, προστασία, προβολή, ένταξη μνημείων και μνημειακών χώρων), αξιοποιώντας την παλιότερη εμπειρία από τη συμμετοχή στη μελέτη του Ρυθμιστικού της Θήβας πριν από την επιβολή της δικτατορίας, καθώς και μερικές εκατοντάδες λήμματα στην ελληνική έκδοση της Μεγάλης Σοβιετικής Εγκυκλοπαίδειας, μερικά από τα οποία αρκετά εκτεταμένα. Επίσης έγραψε έναν αρχαιολογικό οδηγό για το Ιερό της Επιδαύρου, καθώς κι ένα μικρό βιβλίο σε συνεργασία με τη Ρ. Κλουτσινιώτη για την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Κέας. Το 1980 κατέθεσε στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων ως διδακτορική διατριβή εργασία με θέμα «Αρχαία Αίγινα. Η ανθρώπινη κατοίκηση» (επόπτης η Λίλα Μαραγκού) και πήρε Διδακτορικό Δίπλωμα με «Άριστα». Το 1981 προσελήφθη με σύμβαση ως διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, το 1984 εντάχθηκε μετά από κρίση στη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή, το 1989 εξελίχθηκε στη βαθμίδα του Αναπληρωτή Καθηγητή και το 1995 στη βαθμίδα του Καθηγητή. Το 2005 ανακηρύχθηκε Ομότιμος.

Σημαντική πλευρά της δραστηριότητάς του θεωρείται και η δημιουργία της σειράς ΡΙΘΥΜΝΑ, στους 26 τίτλους της οποίας εντάχθηκαν ερευνητικά προϊόντα που προέκυψαν στα πλαίσια του προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών στην Κλασική Αρχαιολογία και κρίθηκαν χρήσιμα για τους ομοτέχνους. Τα αρχαιολογικά δημοσιεύματά του χωρίζονται στα κυρίως αρχαιολογικά και στις συμβολές σε μελέτες εφαρμογής (χωροταξικές, ρυθμιστικές, πολεοδομικές). Στα πρώτα συγκαταλέγονται Χρονικά ανασκαφών, λήμματα σε εγκυκλοπαίδειες, μεταφράσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, επιμέλειες, πρόλογοι, μεθοδολογικά κείμενα, διαλέξεις, μη δημοσιευθείσες ανακοινώσεις. Στην πρώτη φάση της θητείας του στην Αρχαιολογική Υπηρεσία δημοσίευσε άρθρα σε ελληνικά κυρίως αρχαιολογικά περιοδικά: το Αρχαιολογικό Δελτίο, την Αρχαιολογική Εφημερίδα, τα Αρχαιολογικά Ανάλεκτα εξ Αθηνών, το Annual of the British School at Athens. Στη διάρκεια της συνεργασίας του στο πρόγραμμα «Αρχαίες Ελληνικές Πόλεις» του Αθηναϊκού Κέντρου Οικιστικής συνέταξε επτά μονογραφίες που δημοσιεύτηκαν και ακόμη δέκα τρεις που έμειναν αδημοσίευτες συνοδευόμενες από το υλικό για την εκπόνηση των πινάκων και των χαρτών στη Βιβλιοθήκη του Αθηναϊκού Κέντρου Οικιστικής, προσιτές, αν και όχι ευχερώς, στους τυχόν ενδιαφερομένους ερευνητές, αφότου διακόπηκε το πρόγραμμα. Μια τρίτη περίοδος δημοσιευμάτων αρχίζει με την έκδοση της διδακτορικής διατριβής του το 1980.

Πηγή: Τιμητικός Τόμος για τον Καθηγητή Νικόλα Φαράκλα, Φιλοσοφική Σχολή Πανεπιστημίου Κρήτης, 2009.

Νικόλας Φαράκλας