ΦΑΝΑΓΟΡΕΙΑ – Η Φαναγoρεία είναι μια από τις μεγαλύτερες αρχαίες ελληνικές πόλεις που βρίσκονται στη βόρεια ακτή της Μαύρης Θάλασσας. Ο αρχαίος οικισμός βρίσκεται στη χερσόνησο Ταμάν, στην ακτή του κόλπου που έβλεπε προς το αρχαίο βασίλειο του Κιμμέριου Βοσπόρου. Το 2014 ιδρύθηκε στην περιοχή το Ιστορικό και Αρχαιολογικό Μουσείο, που αποτελεί την βάση του Ινστιτούτου Αρχαιολογίας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών. Το Ινστιτούτο διεξάγει πλήρους κλίμακας σύνθετες αρχαιολογικές έρευνες στην ευρύτερη περιοχή. Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών του όψιμου αρχαϊκού στρώματος στην ακρόπολη της Φαναγόρειας, βρέθηκε ένα σπάνιο εύρημα: θησαυρός που περιείχε τα παλαιότερα ασημένια νομίσματα που έχουν βρεθεί ποτέ στην περιοχή του Βοσπόρου, αποθηκευμένα μέσα σε ιωνικό αγγείο. Η μοναδικότητα της ανακάλυψης δεν έγκειται μόνο στο γεγονός ότι είναι το μοναδικό εύρημα στην περιοχή του Ευξείνου Πόντου, αλλά και στο ότι αυτή η συλλογή νομισμάτων κατέστησε δυνατή την οριστική και επακριβή εξακρίβωση της χρονολογίας κοπής του αρχαιότερου νομίσματος στη σημερινή ρωσική επικράτεια.
Το αγγείο, που περιείχε 162 αργυρά νομίσματα, ήταν κρυμμένο στον τοίχο οικίας, στην οποία πιθανότατα έζησε κάποιος χρυσοχόος. Είναι προφανές ότι άνθρωπος αυτού του επαγγέλματος θα μπορούσε να συσσωρεύσει σημαντική περιουσία. Η οικία του χρυσοχόου καταστράφηκε από πυρκαγιά που συνέβη στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. Ταυτόχρονα, η καταστροφή σε αυτή την περιοχή της πόλης ήταν αρκετά διαδεδομένη: άλλες οικίες και δημόσια κτήρια, καθώς και αμυντικές δομές πόλεων που κτίστηκαν από πλίνθους στο γ΄ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. καταστράφηκαν ταυτόχρονα. Η ακριβής χρονολογία της καταστροφής καθορίστηκε με δύο κριτήρια. Το πρώτο ήταν η απροσδόκητη ανακάλυψη στα ερείπια των αμυντικών τειχών της πόλης μαρμάρινης επιγραφής γραμμένης σε περσική σφηνοειδής γραφή. Κατασκευάστηκε με εντολή του Πέρση βασιλιά Ξέρξη, γιου του Δαρείου Α΄. Παρόλο που το αποσπασματικό κείμενο δεν μπορεί να διαβαστεί κατά τρόπο ουσιαστικό, το γεγονός της εύρεσης τέτοιου εγγράφου έχει εξαιρετική ιστορική σημασία για το σύνολο των επιγραφών Περσών βασιλέων, που έχουν βρεθεί στην ίδια την Περσία. Είναι γνωστό ότι ο Ξέρξης, όπως ο πατέρας του, αφιέρωσε τη ζωή του στις κατακτήσεις διαφόρων εδαφών, προκειμένου να επεκτείνει την τεράστια αυτοκρατορία του που εκτεινόταν από το Αφγανιστάν έως την Αίγυπτο. Αλλά το επίκεντρο της επιθετικής πολιτικής του ήταν η υποταγή της Ελλάδας, η οποία έληξε το 479 π.Χ. με την ήττα των Περσών.
Ο δεύτερος σημαντικός παράγοντας στην ανάλυση του θησαυρού της Φαναγόρειας περιέχεται στην έκθεση του Διόδωρου του Σικελιώτη (XII.31.1), που δηλώνει ότι μετά το 480-479 π.Χ. ο Κιμμέριος Βόσπορος κυβερνάτο από τους Αρχαιανακτίδες (ή Αρχαινετίδες), ελληνική δυναστεία του Βασιλείου του Βοσπόρου. Ο συνδυασμός αυτών των στοιχείων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το 480 π.Χ. η Φαναγόρεια (μαζί με άλλες ελληνικές πόλεις του Ευξείνου Πόντου) κατελήφθη από τους Πέρσες, οι οποίοι, κατά πάσα πιθανότητα, εδραίωσαν το καθεστώς των Αρχαιανακτίδων. Οι κοπές των νομισμάτων του θησαυρού υποδεικνύουν ότι κόπηκαν μέσα σε περίπου ένα τέταρτο του αιώνα: έτσι χρονολογούνται στο πέρασμα από τον 6ο στον 5ο αι. π.Χ. Στην μπροστινή όψη των νομισμάτων απεικονίζεται η κεφαλή λιονταριού, ενώ στον οπισθότυπο έγκοιλο τετράγωνο. Ο λόγος της εμφάνισης των νομισμάτων σε τόσο πρώιμο χρονικό διάστημα στο βόρειο άκρο του αρχαίου ελληνικού κόσμου αποτελεί το αντικείμενο έντονων συζητήσεων μεταξύ νομισματολόγων και ερευνητών στον τομέα της αρχαίας ελληνικής οικονομίας. Παρόλα αυτά, είναι προφανές ότι περίπου μισό αιώνα μετά από την εμφάνιση των νομισμάτων, οι αρχαίες ελληνικές πόλεις στο Βόσπορο έφθασαν σε υψηλό επίπεδο ανάπτυξης.
Πηγή: The Archaeology News Network.
Φωτ.: Institute of Archaeology of the Russian Academy of Sciences.